Στις ερωτήσεις της Σίλιας Παπαθανασοπούλου απαντά ο έμπειρος ορθοπεδικός-τραυματολόγος, Δρ. της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Βιέννης (νυν Medizinische Universitaet Wien) και γιατρός του Ομίλου Υγεία, Ιάσων Πετρουτσάς.
Κύριε Πετρουτσά, γιατρέ καλησπέρα σας. Τώρα που το καλοκαίρι τελείωσε και ξεκινά εκ νέου η δουλειά και ο φόρτος εργασίας είναι βαρύς, δεν είναι λίγοι οι συνάδελφοι και πελάτες που παραπονούνται για προβλήματα στα χέρια τους και μία λέξη ακούμε συχνά “τενοντίτιδα“. Από την εμπειρία μου στις ιατρικές μεταφράσεις, καταλαβαίνω ότι πρόκειται για φλεγμονή του τένοντα, θα μπορούσατε όμως με τις γνώσεις σας και την πείρα σας να μας ενημερώσετε λίγο περισσότερο;
Τί είναι η τενοντίτιδα στο χέρι και πού οφείλεται;
Καταρχήν πρέπει να τονιστεί ότι κάθε πόνος στο χέρι, δεν σημαίνει απαραίτητα και τενοντίτιδα. Μπορεί να υπάρχουν και άλλα αίτια όπως παθήσεις της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης ή το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα, ακόμη και αν πονάμε π.χ στο μπράτσο ή τον αγκώνα.
Αυτό που λέμε τώρα «τενοντίτιδα» είναι μία φλεγμονή, μία αντίδραση του οργανισμού, στα περιτενόντια στοιχεία, δηλαδή στο λεπτό «δέρμα που ντύνει» τον τένοντα. Αυτό μπορεί να υποκρύπτει και εκφυλιστικές αλλοιώσεις του ίδιου του τένοντα, δηλαδή να παρουσιάζονται μέσα στη μάζα του εστίες φθοράς.
Δεν ξέρουμε ακριβώς πού οφείλεται αλλά παρουσιάζεται συχνότερα σε χειρώνακτες και σε ανθρώπους που εργάζονται συνέχεια με τον ίδιο τρόπο, χρησιμοποιώντας μόνο ένα τμήμα του άνω άκρου. Αυτοί π.χ. που σε μία δουλειά γραφείου επιβαρύνουν συνέχεια το άκρο από τον αγκώνα και κάτω, ενώ η ωμική ζώνη αδρανεί επειδή κουνιέται ελάχιστα.
Μπορούμε να κάνουμε κάτι να την προλάβουμε;
Ένας όσο γίνεται πιο υγιεινός τρόπος ζωής με συχνή, φυσική δραστηριότητα (περπάτημα, κολύμπι αν είναι δυνατόν και ήπιες ασκήσεις όπου κουνιέται όλο το άνω άκρο) είναι, από όσα ξέρουμε σήμερα, η καλύτερη πρόληψη. Αν μπορεί κανείς να αποφύγει και να σηκώνει συχνά μεγάλα βάρη, ακόμη καλύτερα.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Δεν είναι κάθε τενοντίτιδα ίδια. Αναλόγως της διάρκειας και της βαρύτητας των συμπτωμάτων αλλά και των τενόντων που πάσχουν, μπορεί να χρειαστεί φαρμακευτική αγωγή, ακινητοποίηση- ακόμη και σε νάρθηκα μερικές φορές- ενέσιμες θεραπείες, φυσιοθεραπεία, σπανίως ακόμη και χειρουργική επέμβαση.
Η πιο σύγχρονη, αποτελεσματική και παντελώς ακίνδυνη ενέσιμη θεραπεία είναι το RPR, δηλαδή η ένεση γύρω από τον τένοντα, ενός τμήματος του αίματος του ίδιου του ασθενούς.
Μετά τη θεραπεία, υπάρχουν κάποια μέτρα που πρέπει να λαμβάνουμε;
Μία πολύ καλή ιδέα είναι η τακτική (π.χ. δύο φορές το χρόνο) φυσιοθεραπεία για να κρατήσει ο οργανισμός τις ισορροπίες του. Ο φυσιοθεραπευτής μπορεί να βοηθήσει κάποιες φορές στο να επισημανθούν κακές συνήθεις της καθημερινότητας που μπορεί να αλλάξει ο ασθενής. Αυτό μπορεί να είναι απλό, εφικτό και αφάνταστα πολύτιμο.
Ο Ιάσων Α. Πετρουτσάς είναι χειρουργός ορθοπεδικός- τραυματολόγος, Δρ. της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Βιέννης (νυν Medizinische Universitaet Wien). Είναι εξειδικευμένος στην αντιμετώπιση προβλημάτων της ποδοκνημικής και του άκρου ποδός και εκπαιδευμένος neural therapist. Δραστηριοποιείται στην Αθήνα ως γιατρός του Ομίλου Υγεία ενώ διατηρεί και ιδιωτικό ιατρείο.
Απαγορεύεται ρητά η χρήση, αναπαραγωγή ή αναδημοσίευση του, χωρίς την αναφορά της πηγής και την προηγούμενη έγγραφη άδεια της εταιρείας Lectio Translations.